Δ ι ά θ λ α σ η (Ιωάννης Π. Μήτσιος VS Κωνσταντίνα Κοράκη)

2016-11-05 10:57

 

Μια σειρά συνομιλιών γύρω από το βιβλίο με συγγραφείς, αναγνώστες και δημιουργούς με την ελπίδα ότι θα προκύψει κάτι, έστω και ελάχιστα, διαφορετικό.

Ας μιλήσουμε με τον Ιωάννη Μήτσιο για τον φόβο και τον τρόμο...

1. Γιατί μας προκαλεί συγκίνηση η λογοτεχνία του τρόμου;

Κατ’ αρχάς πρέπει να πω ότι τέτοιου είδους ερωτήματα έχουν γίνει τόσο συχνό φαινόμενο που αισθάνθηκα αναγκασμένος να το εξηγήσω στον πρόλογο του δεύτερου βιβλίου μου που βρίσκεται ακόμα στα σπάργανα, αλλά ευελπιστώ να υλοποιηθεί σύντομα. Παραθέτω αυτούσιο το κείμενο:

«[…] υπάρχει και η επιστημονική άποψη της ψυχολογίας γύρω απ’ το φόβο που προσπαθεί να εξηγήσει γιατί λατρεύουμε να φοβόμαστε…

«Η εμπειρία του αισθήματος του τρόμου μίας επικείμενης αντιπαράθεσης ή διαφυγής μοιάζει με φυσικό διεγερτικό που προκαλεί έκρηξη αδρεναλίνης και, ακολούθως, κάποιου είδους εθισμού σ’ αυτό το ερέθισμα. Το να την απολαμβάνει κανείς έγκειται στη χημεία του εγκεφάλου, ο οποίος απελευθερώνει αυξημένα επίπεδα της ορμόνης ντοπαμίνης κατά τη διάρκεια αυτών των καταστάσεων, πράγμα το οποίο επιδρά διαφορετικά σε κάθε οργανισμό από άνθρωπο σε άνθρωπο (ή ακόμη και ζώο πιθανώς). Σε άλλους περισσότερο, σε άλλους λιγότερο ή και καθόλου, αρέσει η αίσθηση αυτής της εγρήγορσης, παρά ο πραγματικός φόβος, επειδή τα τρομακτικά περιστατικά τονώνουν την αυτοπεποίθηση μετά το πέρας τους. Ολοκλήρωση ίσον επιβίωση κι επιβίωση ίσον επιτυχία! Κοντολογίς, η κλισέ ατάκα “όλα είναι στο μυαλό” έχει βάση!»

Ελπίζω να σας κάλυψα!

 

2. Ποια είναι η διαφορά (εάν υπάρχει) μεταξύ τρόμου και φόβου στη λογοτεχνία;

Παρεμφερείς έννοιες και οι δύο. Ίσως ο «τρόμος» να είναι ο «απότομος και ξαφνικός φόβος», θέλοντας να δώσει κάποιου είδους έμφαση. «Τρομάζω από κάτι» και «με φοβίζει κάτι» έχει να κάνει σαφώς με τη διάρκεια και με την ένταση του συναισθήματος. Στην πρώτη περίπτωση είναι κοφτό και απροσδόκητο, ενώ λίγα δευτερόλεπτα φαίνονται υπεραρκετά. Στη δεύτερη, όμως, είναι κάτι που μπορούμε και το αποφεύγουμε ή το αναβάλουμε, αλλά δεν παύει να υφίσταται και να διαιωνίζεται βασανίζοντάς μας. Για μεγάλο χρονικό διάστημα. Όσον αφορά τη λογοτεχνία, ή ακόμα και τις ταινίες, ο τρόμος θέλω να πιστεύω πως αναφέρεται σε μεμονωμένες σκηνές και προκαλείται από διάφορα περιστατικά στην πλοκή. Αντιθέτως, ο φόβος μπορεί να είναι το συναίσθημα που μεταφέρεται στον αναγνώστη ή υποκινεί τον ήρωα από την αρχή μέχρι το τέλος, σαν ένας στόχος ή σκοπός που πρέπει να επιτευχθεί. Κάπως έτσι το έχω στο μυαλό μου. Και για να δώσω κι ένα παράδειγμα, θα πω ότι η πόρτα που κλείνει ξαφνικά από τον αέρα με πάταγο θα σε τρομάξει, μα ο θάνατος ως αναπόφευκτη κατάσταση πάντα θα σε φοβίζει.

 

3. Ορισμένοι αντιμετωπίζουν τη λογοτεχνία του τρόμου ως κάτι περιθωριακό. Από την άλλη η ελληνική παράδοση βρίθει από μύθους, τραγούδια, ποιήματα με φοβικά στοιχεία και αλλόκοτες μορφές (ξωτικά, καλικάντζαροι, βρικόλακες).

Αντιγράφω από τη Βικιπαίδεια: «Στην ελληνική ποίηση το θέμα του βρικόλακα εκμεταλλεύτηκε αριστοτεχνικά ο Αριστοτέλης Βαλαωρίτης στο ποίημά του "Θανάσης Βάγιας"».

Όλα αυτά δείχνουν μάλλον ξεχασμένα από την πλειοψηφία, αφού συχνά το κοινό ταυτίζει το είδος μόνο με γνωστούς ξένους συγγραφείς. Γιατί συμβαίνει αυτό;

Σ’ αυτό έχει συμβάλει κατά κανόνα το Χόλυγουντ και η βιομηχανία του κινηματογράφου που έχουν τυποποιήσει τον τρόμο. Αν ρωτήσεις κάποιον τι είναι ταινία τρόμου θα σου πει πως εφτά με οχτώ άτομα βρίσκονται κλεισμένα σ’ ένα μέρος μαζί με το δολοφόνο που τους σκοτώνει έναν-έναν για κάποιον λόγο. Δεν περιμένουν για κανένα λόγο ν’ αποκλίνει η κεντρική ιδέα από αυτήν τη φόρμα! Οπότε γιατί να δουν την ταινία; Άλλη μία από τα ίδια. Και αφού μία (κακή) ταινία τρόμου γύρω στα 90 λεπτά τη θεωρούν χάσιμο χρόνου (κάποιες φορές λόγω προκατάληψης), φανταστείτε την αντίδρασή τους όταν τους πείτε να διαβάσουν 400 σελίδες από κάτι παρόμοιο με όσα έχουν δει. Αν όμως το βιβλίο το υπογράφει ένας από τους γνωστούς συγγραφείς μαιτρ του τρόμου, θα το πάρουν ανεπιφύλακτα. Πιστεύω ότι οι περισσότεροι δε δοκιμάζουν να διαβάσουν ένα βιβλίο περισσότερο από προκατάληψη και βασίζονται κατά πολύ σε κριτικές τρίτων. Αναρωτιόμαστε γιατί περιθωριοποιήθηκε ο τρόμος; Μα φυσικά επειδή δε θέλουν να τρομάξουν και ίσως επειδή πιστεύουν απ’ όσα έχουν δει στον κινηματογράφο πως η ιστορία από πίσω θα είναι ρηχή και άκρως ανιαρή. Ο τρόμος θα πρέπει να είναι η σάλτσα που θα δώσει το κάτι παραπάνω στη συγκίνηση και την ανατριχίλα για να απογειώσει το βιβλίο – όχι ο αποκλειστικός σκοπός του.

Το ότι εμείς σαν Έλληνες έχουμε στη λαογραφία μας πληθώρα αλλόκοτων μορφών, τόσο στη μυθολογία όσο και στην απλή παράδοση κάθε τόπου, και δεν αγγίζουμε, δε δημιουργούμε φανταστικές ιστορίες με αυτά τα τέρατα-λογοτεχνικούς θησαυρούς, είναι τουλάχιστον λυπητερό! Προτιμούμε την εύκολη λύση του «διαδεδομένου» και «παγκοσμίως γνωστού μυθιστορήματος», εκείνου που έχει πουλήσει περισσότερα αντίτυπα κι απ’ τον τρέχον πληθυσμό του ελληνικού κράτους! Δε σημαίνει πως είναι λάθος αυτή η τακτική, αλλά η πιο σίγουρη. Το συμπέρασμα που απορρέει και που θα ήθελα να κρατήσω είναι πως ούτε γράφουμε, ούτε διαβάζουμε αρκετά, σε αντίθεση με τους προγόνους μας. Έχουμε αδρανήσει και σ’ αυτόν τον τομέα!

 

4. Η λογοτεχνία του τρόμου αποτελεί συμβολισμό για τις φοβίες μιας κοινωνίας;

Λένε ότι γράφεις γι’ αυτό που επιθυμείς πιο πολύ ή για καταστάσεις που θα ήθελες να ζήσεις και δεν τολμάς στην πραγματικότητα λόγω κάποιων φραγμών. Επίσης ο αναγνώστης ταυτίζεται με τον ήρωα ή τον αντιήρωα του βιβλίου και ζει μέσα από εκείνον τις καταστάσεις που και ο ίδιος θα επιθυμούσε και δεν τολμά. Αλλά αυτό τι καθιστά τους συγγραφείς τρόμου και τους αναγνώστες τους; Ψυχοπαθείς με παράξενες ορέξεις; Μήπως αυτός είναι ο λόγος που αποφεύγουνε οι περισσότεροι να διαβάζουν για τρόμο (συνεχίζοντας απ’ το προηγούμενο ερώτημα);

Η αλήθεια είναι ότι ταύτιση θα υπάρχει – είτε με το θύτη, είτε με το θύμα. Κι αν αφορά καθημερινά πράγματα που ζούμε συνέχεια, τότε η ταύτιση αυτή ολοένα και θα γιγαντώνεται, κάνοντας πιο έντονη τη συγκίνηση του αναγνώσματος. Και δεν αφορά αποκλειστικά τον τρόμο αυτό το πράγμα, αφού το βλέπουμε να είναι πιο έντονο στα ρομάντζα. Η προσωπική μου άποψη είναι ότι αυτό που φοβίζει στον περίγυρο του συγγραφέα, ή ακόμα και τον ίδιο, θέλει να το μεταφέρει στο αναγνωστικό κοινό. Τα εξωτερικά ερεθίσματα μπορεί να παίζουν σπουδαίο ρόλο στα γραπτά κείμενα, αλλά η άποψη του ενός δεν αντικατοπτρίζει πάντα στο σύνολό της την κοινωνία αντικειμενικά. Άρα η λογοτεχνία στο γενικότερο σύνολό της, που αποτελείται από αυτά τα επιμέρους τμήματα, είναι σαν ένα τσουβάλι με κάθε καρυδιάς καρύδι. Αναφορές για τις φοβίες μιας κοινωνίας βρίσκονται σε κάθε βιβλίο με διάφορες μορφές (χαρακτηριστικό παράδειγμα το «bullying» που έχει καταντήσει παγκόσμιο φαινόμενο). Η λογοτεχνία του τρόμου δεν εμβαθύνει σ’ αυτές, αλλά τις χρησιμοποιεί ως υπόβαθρο για να δώσει μια νότα ρεαλισμού και να δέσει την πλοκή (πχ. το bullying «γεννά» δολοφόνους). Το κατά πόσο θα τις συμβολίζει επάξια επαφίεται στη φαντασία και τα προσωπικά βιώματα του εκάστοτε συγγραφέα.

 

5.  Υπάρχει χώρος για χιούμορ στη λογοτεχνία του τρόμου;

Εδώ που τα λέμε δεν έχω διαβάσει ποτέ κωμωδία σε βιβλίο (εξαιρούνται τα κόμιξ)! Όμως έχω δει πολλές από τις λεγόμενες «κωμωδίες τρόμου» (για να το συνδέσω με το αντικείμενο που ασχολούμαι στα γραπτά). Το χιούμορ στο συγκεκριμένο είδος είναι ένα λεπτό ζήτημα. Άλλους μπορεί να τους ενοχλήσει/θίξει και άλλους να τους ευχαριστήσει. Αν δένει με την ιστορία τότε γιατί όχι! Αλλά διακριτικά και όχι σε σημείο εξευτελισμού του κειμένου που να θυμίζει αντιγραφή κακογυρισμένης ταινίας. Πολλές φορές δρα ως καταλύτης που απαλύνει τη σκληρότητα μιας αποτρόπαιης πράξης, επομένως γίνονται όλα πιο ευκολοχώνευτα για τον αναγνώστη. Προσωπικά προτιμώ την παντελή έλλειψη χιούμορ στο είδος, επειδή προσδίδει μια σοβαρότητα στην κατάσταση και γιατί το κάνει πιο σκληρό. Άλλωστε, σύμφωνα με την Ayn Rand, «If it's worth doing, it's worth overdoing». Γιατί να μετριάζουμε τον τρόμο, λοιπόν;

 

6. Θα ήθελες να εξηγήσεις στους αναγνώστες τι σημαίνει ο όρος «σπλάτερ» και εάν, κατά τη γνώμη σου, αποτελεί την «εύκολη» λύση για έναν συγγραφέα;

Η αγγλική γλώσσα έχει πάρει όλα τα ηχητικά εφέ (κρακ, σπλατ, κρας, μπουμ, σλαπ, ζαπ, σγουπ κλπ.) και τα έχει ενσωματώσει στο λεξιλόγιό της. Το «σπλατ» είναι ο ήχος που βγάζει ένα υγρό όταν προσκρούει σε μια επιφάνεια. Άρα «σπλάτερ» το έργο όπου αίμα πετάγεται σε αφθονία πάνω σε τοίχους, πατώματα, έπιπλα, ανθρώπους, δέντρα, οχήματα και όπου αλλού βάζει ο νους, με ιδιαίτερη έμφαση στην ποσότητα και σε σημείο γελοίας υπερβολής. Άρρηκτα συνδεδεμένο με μαχαίρια και κόψιμο φλεβών – χαμηλού προϋπολογισμού παραγωγές.

Η κατηγορία του «σπλάτερ» θεωρώ ότι ανήκει στον ανάλαφρο τρόμο, αφού όλη η αγωνία της υπόθεσης και το σασπένς βρίσκεται στο κυνηγητό που προηγείται και το αν θα γλυτώσει η όχι το θύμα, το οποίο τελικά σφάζεται και γεμίζει ο τόπος αίματα. Θυμίζει έντονα εφηβικές ταινίες τρόμου και ανταποκρίνεται περισσότερο σ’ αυτό το κοινό. Το αν αποτελεί την «εύκολη» λύση για έναν συγγραφέα δεν είναι απόλυτο. Στο χέρι του είναι να προσπαθήσει να κερδίσει το κοινό με τα γραφόμενά του και καλύτερα ν’ αποφεύγει τα κλισέ ή να βασίζεται εξολοκλήρου σε κινηματογραφικές αντιγραφές. Έχει επέλθει κορεσμός σ’ αυτές τις «αμερικανιές» που επαναλαμβάνονται. Το να γράφεις μια σκηνή δεν έχει περιορισμούς. «Εξωγήινη εισβολή» και «σπάσιμο κούπας» δεν έχουν διαφορές στο χαρτί (δυο λέξεις είναι μόνο), αλλά σε μια ταινία η απεικόνιση του καθενός έχει τεράστια διαφορά στο κόστος παραγωγής της. Αφού ο συγγραφέας θέλει μόνο χαρτί, μολύβι και φαντασία, ποιος ο λόγος να περιορίσει τον εαυτό του;

 

7. Έχεις διαβάσει κάτι που το θεωρείς ακραίο, που να σκέφτηκες ότι αυτό δεν έπρεπε να είχε εκδοθεί;

Όχι. Αν θεωρώ πως κάτι δεν έπρεπε να είχε εκδοθεί, δεν το διαβάζω. Τόσο απλά! Συνήθως έχει να κάνει με αρρωστημένες ιδεολογίες που προσπαθεί κάποιος να περάσει στον πληθυσμό ως φυσιολογικές και μοντέρνες, προσπαθώντας να πείσει με ένα: «πρέπει να σπάσουμε τα ταμπού». Κάτι σαν «αστυνομία σκέψης» που σου λέει τι είναι σωστό και τι όχι και πως από τις δύο πλευρές η μία είναι λάθος και όσοι την υποστηρίζουν απόκληροι της κοινωνίας. (Δεν αρκείται στο να εκφράζει τις απόψεις του, μα προσπαθεί να τις επιβάλει κιόλας, ισχυριζόμενος ότι όλοι οι ενάντιοι πρέπει να ποινικοποιούνται.) Μοιάζει αρκετά στη δομή με οποιοδήποτε πολιτικό κόμμα. Όλα τους επιδιώκουν την αλλαγή και όχι τη βελτίωση, επειδή πρέπει σώνει και καλά ν’ αφήσουν τη δική τους προσωπική βούλα στο κατεστημένο με κάθε κόστος.

Τέτοια παραδείγματα δεν εντοπίζονται μονάχα στη λογοτεχνία του φανταστικού, μα και σε επιστημονικά συγγράμματα όπου ο φερόμενος «επιστήμονας» προσπαθεί πρωτίστως να πείσει ότι όλοι πρέπει ν’ ασπαστούν την αθεΐα κι εξηγεί τους λόγους του και κατόπιν αναλύει τη δουλειά του, παρουσιάζοντας το μικροσκοπικό λιθαράκι που έβαλε κι αυτός στην εξέλιξη της τεχνολογίας. Και, φυσικά, χρησιμοποιούνται ακρότητες όπου το δέντρο χαρακτηρίζει το δάσος, οπότε ας τα μηδενίσουμε όλα. Βάλτε τους όλους να βράζουν στο ίδιο καζάνι επειδή το είπε ένας «διάσημος νομπελίστας» που θεωρεί πως έχει δίκιο όταν μπαίνει σε ξένα χωράφια. (Το 1961 ο J. R. R. Tolkien έχασε το Νόμπελ Λογοτεχνίας επειδή «Ο Άρχοντας των Δαχτυλιδιών» χαρακτηρίστηκε «δευτεράντζα» και φέτος απονεμήθηκε στον Bob Dylan! Τα συμπεράσματα δικά σας.)

Στη λογοτεχνία του τρόμου η αναλογία είναι τα βίαια εγκλήματα εναντίων παιδιών για ν’ αναδείξουν και να πείσουν για τη στυγνή φύση του δράστη, διαμορφώνοντας την κοινή γνώμη (μία ακρότητα που επέλεξα κι εγώ να συμπεριλάβω στα τελευταία κεφάλαια του βιβλίου μου). Θα επιλέξουν το σωστό άτομο, όμως; Σας θυμίζει κάτι από ειδήσεις τον τελευταίο καιρό άραγε;

 

8. Τα τελευταία χρόνια είναι πολύ δημοφιλείς οι αστυνομικές σειρές. Συχνά, βλέπουμε στην οθόνη μας άσχημες εικόνες από εγκλήματα. Ποια είναι η γνώμη σου; Είναι απαραίτητο στοιχείο για τον ρεαλισμό και την απόδοση μιας ιστορίας;

Ναι, αρκεί να μην είναι τελείως «ξεκάρφωτες» και να βασίζονται μονάχα σ’ αυτές για να χαρακτηριστούν ως «δημοφιλείς». Βέβαια, είναι και θέμα σκηνοθέτη το πού θα τοποθετήσει την κάμερα και από ποια γωνία θα βλέπουμε. Καλός ο ρεαλισμός, αναμφισβήτητα, αλλά δεν πρέπει να είναι όλα εκεί εστιασμένα και να κλέβει την παράσταση. Τα πάντα είναι ιστορίες που περιμένουν να ειπωθούν και ο τρόπος με τον οποίο θα ειπωθούν θα χαρακτηρίσει και το είδος στο οποίο ανήκουν. Αν μια σειρά θέλει να λέγεται αστυνομική, σίγουρα θα πρέπει να περιέχει εγκλήματα. Η χρονική διάρκεια που θα διαθέσει και ο τρόπος που θα τα εξιστορήσει αφήνουν και άλλη γεύση στο θεατή. Εξαρτάται από το τι θέλει να κάνει ο καθένας και τι θέλει να δώσει στο κοινό – στο όποιο κοινό στοχεύει, δηλαδή, για να πάρει τη μεγαλύτερη ανταπόκριση για τη δουλειά του.

 

9. Οι αρχικές μορφές γνωστών παραμυθιών είχαν έντονο το στοιχείο του φόβου. Στις μέρες μας, πλέον, συναντάμε πολύ πιο εξευγενισμένες εκδοχές. Γιατί νομίζεις ότι συνέβη αυτό; Πιστεύεις ότι το στοιχείο του φόβου αρέσει στα μεγαλύτερα παιδιά;

Στον πρόλογο του βιβλίου των παραμυθιών των Αδερφών Γκριμ υπάρχουν πολλές απαντήσεις περί του θέματος. Τα παραμύθια τους εξευγενίστηκαν κάπως από έκδοση σε έκδοση (ακόμη και στην αρχική), για να γίνουν πιο προσιτά στα παιδιά. Το έκαναν συνειδητά. Κράτησαν, όμως, το αρχικό τους πνεύμα και τις διδαχές. Όσο για τα… «μεγαλύτερα παιδιά», θα προτιμούσαν μια πιο ώριμη εκδοχή, κάτι πιο αποκλειστικό για τα γούστα τους. Και δεν είναι μόνο το στοιχείο του φόβου κάτι τέτοιο, αφού επιζητούμε συγκινήσεις αυτού του τύπου και από μικρότερες ηλικίες. Ίσως περισσότερο να έχει να κάνει με τη νοοτροπία του και με το πώς προσαρμόζεται ηλικιακά. Νομίζω πως όσο πιο μικρός είσαι τόσο περισσότερο θέλεις ν’ αντιμετωπίζεις τους φόβους σου για να τους επιβάλλεσαι και να παίρνεις δύναμη, άρα τον επιζητάς και προκαλείς την τύχη σου εσύ ο ίδιος για να δείχνεις και στους άλλους ότι είσαι αφόβητος. Είναι όλα μέρος της διαδικασίας της ωρίμανσης.

 

10. Διάβαζες όταν ήσουν μικρός; Αν ναι, θυμάσαι τα αγαπημένα σου βιβλία;

Δυστυχώς η πραγματικότητα δεν το ευνοεί για ένα παιδί να διαβάζει εκείνο που θέλει. Τα μόνα βιβλία που διαβάζεις είναι για το σχολείο και το φροντιστήριο για να πάρεις καλούς βαθμούς κι εκείνα που χρειάζονται για να μάθεις μία ή περισσότερες ξένες γλώσσες. Το εκπαιδευτικό σύστημα, για να μην τα πολυλογούμε, σε κάνει να σιχαθείς τα βιβλία. Αν σε δει να «ξεστρατίζεις» διαβάζοντας κάτι άλλο, σου λέει έμμεσα πως δεν το χρειάζεσαι και πως είναι χάσιμο χρόνου (προσπαθήστε να διδάξετε, αν μπορείτε, στους μαθητές κεφάλαια «εκτός ύλης» και θα καταλάβετε). Πρέπει να είσαι αφοσιωμένος αποκλειστικά στις σπουδές σου. Στον ελεύθερο χρόνο σου κι εσύ από μόνος σου δεν το θεωρείς λογικό το να ασχολείσαι με βιβλία. Έρχεται πολύ αργότερα.

 

11. Είχες διαβάσει ποτέ κάτι σε μικρότερη ηλικία που να σε τρόμαξε;

Ποτέ! Δεν πίστευα (και ούτε τώρα το πιστεύω) ότι υπάρχει βιβλίο που να σε κάνει να το ρίξεις από τα χέρια σου επειδή διάβασες κάτι τρομακτικό – μιλώντας αυστηρώς υποκειμενικά πάντοτε. Και αυτό είναι κι ένα στοίχημα με τον εαυτό μου. Αφού δεν μπόρεσα να βρω κάτι ανάλογο, ήταν καιρός να το δημιουργήσω εκ του μηδενός. Και να μεταφέρω το συναίσθημα στους άλλους. Ν’ ανακαλύψω τι είναι αυτό που τρομάζει τους περισσότερους και να το χρησιμοποιήσω ως εργαλείο. Έτσι γεννήθηκε το πρώτο μου βιβλίο!

 

12. Πέρα από τη λογοτεχνία του τρόμου και του φανταστικού, έχεις διαβάσει κάτι άλλο που να σε έχει γοητεύσει;

Διάφορα επιστημονικά άρθρα σε αντίστοιχα περιοδικά (πχ. ποντίκι που αναπνέει υγρό πλούσιο σε οξυγόνο και δεν πνίγεται, ενώ πάνω απ’ αυτό το συμπυκνωμένο υγρό βρίσκεται νερό), ό,τι έχει να κάνει με ηλεκτρονικά κυκλώματα (βλέπεις το κύκλωμα του ενισχυτή και τη λειτουργία του, πας αγοράζεις τα εξαρτήματα, τα κολλάς στην πλακέτα όπως σε βολεύει χωροταξικά και το βλέπεις να δουλεύει στην πράξη), μοντελισμός ξύλινων ιστιοφόρων (πραγματικό «κάψιμο» η εθιστικότατη ενασχόληση με την κατασκευή τους) και βιβλία αστρονομίας και παρατηρησιακής αστροφυσικής (γαλαξίες, άστρα και πλανήτες).

 

13. Ποιοι είναι οι αγαπημένοι σου συγγραφείς;

 Δύσκολη ερώτηση, επειδή κάθε φορά ανακαλύπτω και κάποιον άλλο, καινούριο ή παλαιότερο. Θ’ αναφέρω, όμως, μερικές «σταθερές αξίες» που πραγματικά αξίζει να έχετε στη συλλογή σας: J. R. R. Tolkien, H. P. Lovecraft, Edgar Allan Poe, Douglas Adams, Richard Montanari, Craig Rusell, John Connolly. Οι τρεις τελευταίοι είναι και η αιτία που γράφω, καθώς είναι πιο κοντά σ’ αυτό που κάνω ή που θα ήθελα να κάνω (η δομή των έργων τους).

 

Διάβασα ότι ο Craig Russel βραβεύτηκε από τη γερμανική αστυνομία.

Λογικότατο. Δείχνει μέσα από τις ιστορίες του την πραγματική δουλειά που γίνεται για τη διεκπεραίωση μιας υπόθεσης και όχι εκείνο που μας έχει συνηθίσει η τηλεόραση. Ξεχάστε το «έχω ένα προαίσθημα» και το «πυροβολούμε πρώτα και μετά κάνουμε ερωτήσεις». Ο Γιαν Φάμπελ και οι συνεργάτες του, αγαπημένοι χάρτινοι ήρωες πλέον από πολλούς, θα σας δείξουν πώς είναι στην ουσία οι υποθέσεις ανθρωποκτονιών.

 

14. Θέλεις να μας προτείνεις ένα όχι και τόσο τρομαχτικό βιβλίο που θα μας προσφέρει έντονες συγκινήσεις;

«Ένα Μαύρο Κοράκι» της Diane Setterfield (ΕΚΔΟΣΕΙΣ BELL). Υποβλητικά ατμοσφαιρικό και σκοτεινό μυθιστόρημα, κάτι που θα σύστηνα ανεπιφύλακτα σε όσους θα ήθελαν μια γκοθ γεύση δίχως εγκλήματα. Και όπως γράφουν και οι κριτικές: θα το θυμάστε για καιρό μετά.

 

15. Κατατάσσεις τον εαυτό σου στη λογοτεχνία του τρόμου; 

Με ένα μονάχα βιβλίο στο ενεργητικό μου δεν μπορώ να το ισχυριστώ αυτό ακόμα. Ο τρόμος είναι ένα συναίσθημα αναπόσπαστο από ιστορίες μυστηρίου, αστυνομικά μυθιστορήματα και περιπέτειες φαντασίας. Φυσικά και άλλου είδους. Το θεωρώ απαραίτητο συστατικό για την κορύφωση του σασπένς σε ό,τι κι αν γράφω, επειδή πιστεύω πως δεν πρέπει να δίνονται ξερές οι εικόνες της κατάστασης που βρέθηκε ένα θύμα σ’ ένα αστυνομικό έργο για παράδειγμα, αλλά και το τι το ανάγκασε να περάσει ο δολοφόνος του. Αν και στο βιβλίο μου αφαιρεθούν αυτές οι σκηνές, απομένει μια αστυνομική περιπέτεια με μια δόση μυστηρίου. Ακόμη και για κυνήγι θησαυρού να γράψω, θα πρέπει να συμπεριλάβω παγίδες και βίαιους θανάτους, καθώς επίσης και τρόπους εκφοβισμού των φιλόδοξων τυχοδιωκτών, δείχνοντάς τους τι έπαθαν οι προηγούμενοι. Κι αυτό αντί για περιπέτεια μυστηρίου, μυθιστόρημα τρόμου θα μου βγει όπως το βλέπω! Θα δούμε…

 

16. Σ' έχουν βοηθήσει οι σπουδές σου στη συγγραφή;

Στο κομμάτι της «έκφρασης-έκθεσης» όπως λέγαμε απ’ το λύκειο δε θα το έλεγα. Η γνώση του φυσικού κόσμου, όμως, τα όριά του και οι νόμοι που τον διέπουν, αφήνουν το μυαλό πιο ελεύθερο να τρέχει σε άλλες διαστάσεις όπου οι φυσικοί κανόνες διαφέρουν (όπως μέσα σε μια μαύρη τρύπα). Εκεί η φαντασία ορίζει τους κανόνες και όταν αρχίζεις και μιλάς για όντα από παράλληλα σύμπαντα με ιδιαιτερότητες στον «εδώ κόσμο» αλλά φυσιολογικά στον «εκεί κόσμο», η εξήγηση της ιστορίας σου γίνεται πιστευτή. Έτσι, ακόμη και το φάντασμα μπορείς να ισχυριστείς ότι είναι ένα είδος ενεργειακής υπογραφής ή αποτυπώματος και να πείσεις.

Όσο για την τεχνολογία και τα επιτεύγματά της, νανοτεχνολογία, αυτοματισμός και τηλεπικοινωνίες μπορούν να αντιστοιχηθούν σε νανομηχανές ελέγχου βούλησης, ανδροειδή που επαναστατούν στους δημιουργούς τους και τηλεμεταφορά σε γαλαξίες που απέχουν έτη φωτός. Να τα τρία βιβλία που θα μπορούσαν να προκύψουν! Και η βασική θεωρία που τα εξηγεί επιστημονικά μπορεί να καμουφλαριστεί τόσο αριστοτεχνικά, που τα όποια κενά φαντάζουν παιχνιδάκι για το βασικό ήρωα που καλείται να τα λύσει και τελικά τα καταφέρνει, ανοίγοντας νέους ορίζοντες. Οπότε, ναι, σ’ εκείνο το κομμάτι με βοήθησαν.

 

Δράττομαι της ευκαιρίας (τώρα που ανέφερες την τεχνολογία) για να σε ρωτήσω το εξής:

Θεωρείς ότι ένας συγγραφέας επιστημονικής φαντασίας πρέπει να έχει πολύ καλή γνώση κάποιου επιστημονικού πεδίου; Κάποιο κομμάτι του κοινού νομίζει ότι η επιστημονική φαντασία είναι απλώς ένα είδος παραλογοτεχνίας με εξωγήινους και διαστημόπλοια. Ίσως, δεν γνωρίζουν ότι σημαντικοί εκπρόσωποι του είδους, όπως ο Isaac Asimov (καθηγητής Βιοχημείας) και ο Άρθουρ Κλαρκ (Ειδικός στα ραντάρ και στις επικοινωνίες. Το 1945 ήταν ο πρώτος που πρότεινε τη χρήση δορυφόρων σε γεωστατική τροχιά για την αναμετάδοση ραδιοκυμάτων» Πηγή: Βικιπαίδεια) χρησιμοποίησαν τις γνώσεις τους για να παρουσιάσουν ζητήματα όπως: ο υπερπληθυσμός, η αποξένωση εξαιτίας της τεχνολογίας, η ανησυχία του ανθρώπου για το μέλλον και άλλα.

Η επιστημονική φαντασία έχει να κάνει με το πού θέλουμε να κατευθύνουμε την τεχνολογία, ποιες ανάγκες να ικανοποιήσουμε και τι όνειρα να πραγματοποιήσουμε. Όσο μικρά ή μεγάλα. Η σειρά των βιβλίων Οδύσσεια του Arthur C. Clarke είναι πιο κοντά στην εποχή μας. Βλέπουμε και συγκρίνουμε. (Αν θυμάμαι καλά εκεί είχα διαβάσει για πρώτη φορά περί… αποτρίχωσης με λέιζερ!) Όμως τα ταξίδια του Ιουλίου Βερν είναι το ορόσημο στην επιστημονική φαντασία με πρακτικές εφαρμογές που υλοποιήθηκαν. Ταξίδι στο φεγγάρι και υποβρύχια! Μπορεί να μην εξηγούνται πλήρως οι τεχνικές λεπτομέρειες, αλλά η ιδέα είναι εκείνη που μετράει. Στην επιστημονική έρευνα τη μεγαλύτερη σημασία έχει η ιδέα – η καινοτομία επάνω σ’ έναν τομέα. Το «πώς» έρχεται μετά, όταν οι εμπλεκόμενοι καλούνται να «σπάσουν» το κεφάλι τους για να δουν πώς θα τα καταφέρουν. Και αυτό είναι η γοητεία! Η σκέψη τους που γίνεται πράξη. Ιδέες, πρωτότυπες κατασκευές που δοκιμάζονται στα εργαστήρια, μετρήσεις, αύξηση της πολυπλοκότητας με κατακερματισμό σε υποσυστήματα και ούτω καθεξής. Αν θέλει κάποιος να γράψει γι’ αυτά, εννοείται ότι πρέπει να γνωρίζει άριστα το αντικείμενό του.

Φανταστείτε το εξής: Ένας συγγραφέας θέλει να γράψει για εισβολή στη Γη με ιπτάμενους δίσκους από τον Κρόνο. Τι κάνει; Θα σου πει ότι ο ιπτάμενος δίσκος είναι ουσιαστικά ένας πυκνωτής συνδεδεμένος σε μια μπαταρία υψηλής τάσης. Όταν εφαρμόζεται υψηλή τάση στις πλάκες ενός πυκνωτή, το αέριο αναμεταξύ τους ιονίζεται και φαίνεται ως μια μωβ άλως, ενώ ο λεγόμενος «άνεμος ιόντων» προσδίδει κίνηση με κατεύθυνση από τα αρνητικά προς τα θετικά (αν το θυμάμαι καλά). Επιτυγχάνονται υψηλές ταχύτητες, ενώ τα άτομα στο εσωτερικό δεν υπόκεινται σε κανενός είδους δυνάμεων αφού δεν υπάρχει αδράνεια. Ορίστε η βασική αρχή (σε βίντεο στο YouTube το ονομάζουν «lifter» ή «ionocraft»)! Και γιατί ανέφερα τον Κρόνο; Μα για το μυστηριώδες τέλειο εξάγωνο στο βόρειο πόλο του που αποκλείεται να οφείλεται σε κυκλώνα. Απλή γνώση, κατανοητή πλήρως, με πληθώρα εφαρμογών.

Επομένως, η επιστημονική φαντασία, η αστυνομική λογοτεχνία και κάθε είδος βιβλίου (μεταλλουργία και τοξοβολία σε ιστορικά μυθιστορήματα) θα σε κάνει να κομίσεις κάποια γνώση. Ίσως σε κάνει να αντιλαμβάνεσαι πλέον αλλιώτικα τον κόσμο γύρω σου. Αν αυτό δεν είναι ευθύνη του ίδιου του συγγραφέα τότε ποιανού είναι;

(Σημείωση αρθρογράφου: Όντως, εκπληκτική η φαντασία του Ιουλίου Βερν).

 

18. Η ηρωίδα στο μυθιστορήμα σου είναι η  Υπαστυνόμος Αγνή Λασκαρίδη. Μπορείς να μας πεις λίγα λόγια γι' αυτήν;

Αγνότητα, εξυπνάδα και απειρία τη χαρακτηρίζουν. Είναι σεμνή, όμορφη κι ευκολόπιστη, με μια μικρή δόση αφέλειας. Με τις γνώσεις της από τη σχολή βγαίνει να κατακτήσει τον πραγματικό κόσμο, όπου εκεί τα πράγματα είναι πολύ πιο διαφορετικά απ’ ότι έχει διδαχθεί θεωρητικά. Και δεν είναι λόγω της ανδροκρατούμενης κοινωνίας, αφού έχει την υποστήριξη του μέντορά της και προϊσταμένου της ο οποίος τη ρίχνει εξ’ αρχής σε βαθιά νερά. Καλείται ν’ αντιμετωπίσει έναν παρανοϊκό δολοφόνο που αυτοθεωρείται καλλιτέχνης, χρησιμοποιώντας τα θύματά του να ποζάρουν ως αναδημιουργημένα αγάλματα. Γρήγορα θ’ ανακαλύψει ότι όλα σχετίζονται άμεσα με το παρελθόν της και τα ανέμελα παιδικά της χρόνια. Θ’ αμφισβητήσει και θ’ αμφισβητηθεί, θα χάσει την εμπιστοσύνη ακόμη και στον ίδιο της τον εαυτό, αλλά ποτέ της δε θα το βάλει κάτω. Θα συνεχίσει μέχρι τέλους, όποιο κι αν είναι αυτό. Με τη Σόνια, την αδελφική της φίλη και φύλακα άγγελό της, η οποία βρίσκεται πάντα στο πλευρό της.

 

19. Υπάρχει κάποιο δείγμα του βιβλίου σου online;

Στην ιστοσελίδα των Εκδόσεων Ιβίσκος μπορεί κάποιος να κατεβάσει το πρώτο κεφάλαιο: https://www.iviskospublications.gr/index.phproute=product/product&path=62&product_id=56}

 

20. Συνεχίζεις τη συγγραφή;

 Ναι. Προσπαθώ. Αναλόγως την έμπνευση και τις συνθήκες άλλοτε θα με ικανοποιήσει αυτό που έγραψα και άλλοτε θα μένω να το κοιτάω απορώντας αν θα γίνει ποτέ «αυτό το πράμα» βιβλίο. Πάντα θα υπάρχουν ιδέες, έστω και ατελείς, για νέες ιστορίες και όλα καταγράφονται σ’ ένα κομμάτι χαρτί για μελλοντική χρήση, Τίποτε δεν πάει χαμένο. Εξελίσσεται και μπαίνει προσωρινά στο χρονοντούλαπο.

 

21. Στην αρχή ανέφερες τον Λάβκραφτ μέσα στους αγαπημένους συγγραφείς. Αντιγράφω από τη Βικιπαίδεια. «Ο Λάβκραφτ δηλώνει ξεκάθαρα ότι η επαφή του με πολλά διαφορετικά άτομα μέσω της επιστολογραφίας ήταν το μέσο με το οποίο διεύρυνε την αντίληψή του για τον κόσμο: «Βρέθηκα εκτεθειμένος σε δεκάδες διαφορετικές απόψεις, τις οποίες υπό άλλες συνθήκες δεν υπήρχε περίπτωση να γνωρίσω. Τόσο η κατανόησή μου όσο και οι προτιμήσεις μου διευρύνθηκαν και πολλές από τις αντιλήψεις μου σε ζητήματα κοινωνικά, πολιτικά και οικονομικά ζητήματα διαφοροποιήθηκαν επειδή αυξήθηκαν οι αντίστοιχες γνώσεις μου» (SL 4.389)».

Πόσο σημαντικό είναι για έναν συγγραφέα σήμερα, σε μια εποχή όπου κυριαρχεί απίστευτη ποσότητα πληροφορίας αλλά την ίδια ώρα και ο ναρκισσισμός, να επιζητεί την ανταλλαγή απόψεων;

Η ανταλλαγή ιδεών προφορικά και πρόσωπο με πρόσωπο βοηθά καλύτερα τη μνήμη από το ψάξιμο στο διαδίκτυο και τα copy-paste. Κατά τη συγγραφή μεταφέρεσαι νοητικά κάπου αλλού και περιγράφεις ως παρατηρητής μέσα από τα μάτια των πρωταγωνιστών σου τα όσα διαδραματίζονται. Αν ένας χαρακτήρας σου ενστερνίζεται τις αντιλήψεις και τον τρόπο σκέψης κάποιου υπαρκτού προσώπου με το οποίο είχες κάποτε συζητήσει περί αυτών, τότε είναι πιο εύκολο να τον συμπεριλάβεις στους λογοτεχνικούς ήρωές σου. Μια ιστοσελίδα από την άλλη, με ξερές πληροφορίες, απλά δεν μπορείς να την φανταστείς ως σκεπτόμενο νου κάποιου ήρωά σου.

Για το ναρκισσισμό που ανέφερες, είναι σαφέστατα πολύ μεγάλο πρόβλημα! Και όχι αποκλειστικά των συγγραφέων. Για ν’ ανοίξει το μυαλό, να διευρυνθεί και να μπει στο τριπάκι να ψάχνει, πρέπει ν’ αντιληφθεί κανείς ότι το «εγώ» χρειάζεται να το αφήσει στη άκρη. Αν ο καθένας θεωρεί τον εαυτό του άριστο, σωστό και πάνσοφο, που δεν επιδέχεται κανενός είδους βελτίωση αφού αγγίζει την τελειότητα, αναμοχλεύει τα ίδια και τα ίδια, ξανά και ξανά. Και βαρετός γίνεται, και κουραστικός για τους άλλους. Σε ξενερώνει! Μα πάνω απ’ όλα χάνει ένα απ’ τα πολυτιμότερα αγαθά: την ικανότητά του να γίνεται κάθε μέρα όλο και καλύτερος αφού γνωρίζει πως ο εαυτός του δεν έχει μάθει τίποτα ακόμα και πως ποτέ, όση γνώση κι αν αποκτήσει, δε θα είναι αρκετή. Αν δεν το καταλάβει νωρίς ή αν δε θελήσει με τίποτα να το καταλάβει, ας ευχαριστηθεί ολομόναχος τη μόνιμη στασιμότητά του και όσα αυτό συνεπάγεται. Ναρκισσισμός και εγωισμός πάνε πακέτο, ενώ ένας νάρκισσος θα έλκει πάντα άλλους νάρκισσους.

 

22. Κλείνοντας, θα αναφέρω κάτι που δήλωσε ένας από τους αγαπημένους σου συγγραφείς (δεν θα αναφέρω ποιος) σχετικά με τους νεότερους. Είπε ότι ο συγγραφέας πρέπει να έχει πίστη στο ταλέντο του και να γράφει με το δικό του ύφος και όχι με το ύφος κάποιου άλλου που διδάχτηκε σε κάποιο σεμινάριο δημιουργικής γραφής.

Συμφωνείς;

Εννοείται! (Μ’ αυτό το μότο ξεκίνησα κι εγώ, περισσότερο για να δικαιολογήσω την απειρία μου και να διατηρήσω την προσπάθεια ζωντανή.) Ποιο θα είναι άλλωστε το σήμα κατατεθέν του αν όχι ο τρόπος με τον οποίο γράφει! Και αυτό πρέπει να κάνει! Να γράφει και όχι να αντιγράφει. Να δημιουργεί και όχι να αναδημιουργεί. Να ακούει κάποιος μια φράση ή απόσπασμα από ένα βιβλίο του και να τον αναγνωρίζει ως το συγγραφέα, ακόμη κι αν δεν το έχει διαβάσει. Σαν τους πίνακες ζωγραφικής λίγο πολύ.

 

Σ' ευχαριστώ για την κουβέντα μας.

Κι εγώ σ’ ευχαριστώ για τη φιλοξενία. Καλή και δημιουργική συνέχεια!

 

 

Ιωάννης Π. Μήτσιος

Γεννήθηκε στα Τρίκαλα το 1983, όπου και μεγάλωσε. Το 2000 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα για σπουδές κι έκτοτε ζει μονίμως εκεί, χωρίς να έχει αποκοπεί τελείως από τον τόπο καταγωγής του, τον οποίο επισκέπτεται συχνά. Είναι πτυχιούχος του Τμήματος Φυσικής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (Ε.Κ.Π.Α.), ενώ έχει αποκτήσει και το Μεταπτυχιακό Δίπλωμα Ειδίκευσης Ηλεκτρονικής και Ραδιοηλεκτρολογίας, έναν διατμηματικό τίτλο σπουδών σε συνεργασία του Τμήματος Φυσικής με το Τμήμα Πληροφορικής και Τηλεπικοινωνιών του ιδίου Πανεπιστημίου. Με τη συγγραφή, λίγο ή πολύ, έχει ασχοληθεί στο παρελθόν κυρίως κατά την εκπόνηση της λεγόμενης Πτυχιακής/Διπλωματικής Εργασίας (και λοιπών Εργαστηριακών Εργασιών), τόσο σε Προπτυχιακό, όσο και σε Μεταπτυχιακό επίπεδο – όπως κάθε φοιτητής άλλωστε. Το μυθιστόρημα «Το Κοριτσάκι με τα Γυάλινα Μάτια» από τις Εκδόσεις Ιβίσκος αποτελεί την πρώτη του συγγραφική δουλειά.

 

Για το Book-Tour, Κωνσταντίνα Κοράκη.

https://wordpress.com/stats/day/konstantinakoraki.wordpress.com

Μ' ένα βλέμμα κι ένα φιλί!

Βραχεία λίστα

Κρατικών Βραβείων Κύπρου

Κατηγορία: Λογοτεχνία για μεγάλα παιδιά και εφήβους

- Θεοφάνης Θεοφάνους
Σχεδιασμός Εξωφύλλου - Οπισθοφύλλου:
Βιβή Μαρκάτου
Ποίηση για μεγάλα παιδιά και εφήβους
Εργαστήριο Συγγραφής-Εκδόσεις Αλάτι
Τιμή: 10 ευρώ
ISBN: 978-618-85110-3-3
64 σελ.
 
Αποκτήστε το άμεσα από το ηλεκτρονικό βιβλιοπωλείο των εκδόσεων Αλάτι.
ή στείλτε email δηλώνοντας απλώς τ' όνομά σας, τον αριθμό αντιτύπων που επιθυμείτε κι εμείς θα επικοινωνήσουμε μαζί σας.
ekdoseisalati@gmail.com
 
* Οι παραγγελίες θα συνοδεύονται από μία χειροποίητη καρδούλα - οριγκάμι σελιδοδείκτη

 

ΜΕ ΤΡΟΧΙΑ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΗΛΙΟ

Δυο χέρια πλέκουν την αγάπη

- Θεοφάνης Θεοφάνους
Επιμέλεια-Διόρθωση: Άννα Γρίβα
Σύμβουλος σελιδοποίησης-DTP: Κωστής Μακρής
Σχεδιασμός Εξωφύλλου-Οπισθοφύλλου: Βιβή Μαρκάτου
Εφηβική ποίηση
Εργαστήριο Συγγραφής - Εκδόσεις Αλάτι
Τιμή: 10 ευρώ
ISBN: 978-618-86322-1-9
σελ. 80
 
Αποκτήστε το άμεσα από το ηλεκτρονικό βιβλιοπωλείο των εκδόσεων Αλάτι.
ή στείλτε email δηλώνοντας απλώς τ' όνομά σας, τον αριθμό αντιτύπων που επιθυμείτε κι εμείς θα επικοινωνήσουμε μαζί σας.
ekdoseisalati@gmail.com
 
* Οι παραγγελίες θα συνοδεύονται από μία χειροποίητη καρδούλα - οριγκάμι σελιδοδείκτη